ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΕΣ ΕΛΕΥΘΕΡΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ 3
Στη
συνέχεια της ελεύθερης φιλοσοφικής σκέψης ας δούμε πως πρέπει να διδάσκονται τα
παιδιά στο σχολείο. Δείγμα της ευδαίμονος ανατροφής και παιδείας παρουσιάζει ο
Πλάτων στο έργο του «Θεαίτητος». Πρόκειται για έναν διάλογο με θέμα την
επιστήμη, αλλά στο σκηνικό που πλαισιώνει τον διάλογο, διαγράφεται ο τρόπος
μαθητείας των παιδιών στους αριθμούς. Οι αριθμοί όπως και τα γράμματα,
θεωρούνται ως όντα και μάλιστα όντα εξαιρετικής χάριτος. Αυτό το σκηνικό είναι
δάνειο από την ελληνική πραγματικότητα του τρόπου παιδείας, δεν είναι επινόηση
του Πλάτωνος και τα πρόσωπα του έργου όπως ο Σωκράτης, ο Θεαίτητος και ο
δάσκαλός του ο μαθηματικός Θεόδωρος, είναι ιστορικά πρόσωπα.
Ο
Θεόδωρος λοιπόν, συνομιλώντας με τους δωδεκάχρονους μαθητές του, κάνει την
παρατήρηση ότι μερικοί αριθμοί και αναφέρει κάποιους, έχουν μια τάδε
συγκεκριμένη ιδιότητα (δεν ενδιαφέρει εδώ να αναφέρουμε ποια) και αφήνει μόνους
τούς μαθητές να εξετάσουν αυτήν την ιδιότητα. Οι μαθητές παραξενεύονται καθώς
μελετώντας την ιδιότητα αυτών των αριθμών, διαπιστώνουν ότι εκτός από τους
αριθμούς τους οποίους ανέφερε ο Θεόδωρος, υπάρχουν κι άλλοι με την ίδια
ιδιότητα. Άραγε όλοι οι αριθμοί την έχουν ή κάποιοι δεν την έχουν; Το ερώτημα
τα γοητεύει. Εξετάζουν κι’ άλλους αριθμούς και ευρίσκουν ότι η υποψία τους
είναι αληθινή, υπάρχουν αριθμοί που δεν έχουν αυτή την ιδιότητα. Άραγε πόσοι
και ποιοι την έχουν ή δεν την έχουν; Τα παιδιά απορούν, συζητούν μεταξύ τους
για το πρόβλημα των αριθμών ωσάν οι αριθμοί να είναι φίλοι τους που τους ζητούν
να εύρουν λύση στο πρόβλημά τους. Μάλιστα, για να διευκολυνθεί η μελέτη καθώς ο
διάλογος προχωρεί, τα παιδιά συναποφασίζουν να χωρίσουν τους αριθμούς σε δύο
ομάδες και σκέπτονται τι όνομα θα δώσουν στη κάθε μια. Τα ονόματα που
καταλήγουν να τους δώσουν δεν είναι τυχαία αλλά ταιριαστά με την διαφορά των
αριθμών ως προς την ιδιότητα.
Ο
διάλογος των παιδιών φανερώνει ελευθερία και φιλία για το γνωστικό αντικείμενο.
Και αυτό συμβαίνει διότι τα παιδιά βλέπουν τους αριθμούς ως οντότητες, δεν
γίνεται να αισθάνονται ελευθερία και φιλία για κατιτί άβιο. Επειδή λοιπόν οι
αριθμοί είναι όντα και μάλιστα με γοητευτικές ιδιότητες και σχέσεις μεταξύ
τους, τα παιδιά δεν χάνουν την ευκαιρία να μελετήσουν των θαυμαστό κόσμο τους. Και
φθάνουν να τον μελετούν με τόση σοβαρότητα και ευθύνη ώστε ο Θεόδωρος
εμπιστεύεται τον τρόπο έρευνας των
παιδιών όσο εμπιστεύεται και τον εαυτό του. Είναι φυσικό ότι αυτά τα παιδιά
μεγαλώνοντας, όχι μόνον θα εξακολουθούν να αγαπούν τα μαθηματικά αλλά όπως
συμβαίνει και με τα γράμματα, μαθαίνοντας να εξετάζουν τις ιδιότητες και τις
σχέσεις ενός κόσμου όντων, η δημιουργική τους ικανότητα θα ωφεληθεί στο έπακρο.
Είδαμε
τα παιδιά, ας δούμε και τους μεγάλους. Κατ’ αρχήν, ο Θεόδωρος και οι μαθητές
του έχουν ταυτότητα αντιλήψεως ως προς το γνωστικό αντικείμενο. Οι αριθμοί
είναι όντα. Στο μόνον που διαφέρουν είναι ότι τα μεν παιδιά οδηγούνται από την
φύσει διάθεσή τους να συναναστρέφονται όντα ενώ ο Θεόδωρος έχει προσθέσει στην
φύσει διάθεσή του, την συνειδητότητα. Με άλλα λόγια, έχει πιστοποιήσει την
ύπαρξη αυτής της φύσει διαθέσεως του ανθρώπου, έχει εξετάσει την δύναμή της και
έχει δεχθεί ότι είναι τόσο δημιουργική ώστε η ανατροφή και η παιδεία όχι μόνον
δεν πρέπει να την ανακόπτουν αλλά αντίθετα πρέπει να είναι οι μεγάλες αδελφές
της που την προστατεύουν, την συντροφεύουν, και βοηθούν στην ανάστεια της. Και
βέβαια δεν είναι μόνον ο Θεόδωρος που έχει αυτή τη γνώμη για τον αρμονικό δεσμό
του φύσει και παιδεία, είναι γνώμη πανελλήνια. Επιπλέον ο Θεόδωρος αναγνωρίζει
όπως και κάθε άλλος Έλλην θεωρητικός, ότι τα μαθηματικά είναι κόσμος όντων, έπ’
αυτού ο Πλάτων λέγει: τα μαθηματικά είναι όντα τα οποία κείνται μεταξύ των
νοητών όντων και των αισθητών όντων.
Έτσι
ο Θεόδωρος είναι, στην ουσία, ένα ‘μεγάλο παιδί’ διότι στη φύσει διάθεσή του να
θεάται οντότητες ως παιδί, προστέθηκε μόνον το ενσυνείδητο ‘μετά γνώσεως’ του
μεγάλου. Ένεκα αυτού η νοοτροπία του είναι όμοια με των μαθητών του, διαρκώς
θέλει να μάθει, να γνωρίσει. Δεν θεωρεί ούτε προβάλλει τον εαυτό του ως
«γνώστη» όπως οι σοφιστές της εποχής του. Γιαυτό όταν τα παιδιά καταπιάνονται
με την ονοματοποιία των δύο ομάδων αριθμών, ο Θεόδωρος δεν επεμβαίνει, δεν λέει
στα παιδιά «εμείς οι μεγάλοι που ασχολούμεθα με την επιστήμη των αριθμών,
ονομάζουμε τις δύο ομάδες αλλιώς», αφήνει τα παιδιά να ασκηθούν στην
ονοματοποιία. Ως ελεύθερα σκεπτόμενος άνθρωπος δεν αποκλείει την περίπτωση να
ευρεθεί ένα ορθότερο επιστημονικά όνομα και δεν του φαίνεται απίθανο η εύρεση
να γίνει από τα παιδιά. Δηλαδή, ο δάσκαλος παραμονεύει να γίνει μαθητής των
μαθητών του.
Όσο
για τον άλλο ‘δάσκαλο’, τον Σωκράτη, είναι γνωστό το πόσο πολύ μέμφεται τους
σοφιστές οι οποίοι διδάσκουν ‘αφ’ υψηλού’ λες και κατέχουν την τέλεια γνώση και
το πόσο ο ίδιος αγαπά να συζητά με όλους, μικρούς ή μεγάλους, ως ίσος προς
ίσους. Η διαφορά της ηλικίας και του
επιπέδου γνώσεων είναι ανύπαρκτη για τον φιλόσοφο. Ξεκινώντας τον διάλογο πάντα
από το «δεν γνωρίζω», το περίφημο «ουκ οίδα», αυτόματα τοποθετεί τον εαυτό του
στη θέση τού μαθητή, επιτρέπει στον συνομιλητή του και μάλιστα τον προτρέπει να
πάρει την θέση του δασκάλου. Το ίδιο κάνει και με τον νεαρό Θεαίτητο, «έχε
θάρρος Θεαίτητε και λέγε μου…». Έτσι ο μαθητής Σωκράτης θα κρίνει τον δάσκαλο
Θεαίτητο. Ένας ωραίος μαθητής πάντα κρίνει τον δάσκαλο.
Είναι
δυνατό λοιπόν να γίνονται οι μαθητές δάσκαλοι των δασκάλων τους και οι δάσκαλοι
μαθητές των μαθητών τους; Είναι δυνατόν διότι στη βάση αυτής της ωραίας
ανατροφής και παιδείας που προάγουν την ελευθερία της σκέψης, υπάρχει ταυτότητα
νοοτροπίας μικρών και μεγάλων ως προς το γνωστικό αντικείμενο και ένεκα αυτού
οι σχέσεις τους δύνανται να δομηθούν επάνω στην ισότητα. Έτσι, και στη σχέση
δασκάλου – μαθητή, επειδή είναι μια σχέση ισότητος, οι δύο πόλοι εναλλάσσονται.
Η μάθηση είναι μια αναδρασιακή σχέση μεταξύ δύο πόλων, ο δάσκαλος γίνεται
μαθητής και ο μαθητής δάσκαλος και πάλι αντιστρέφονται. Οι ως αληθώς ελεύθερα
σκεπτόμενοι άνθρωποι είναι ίσοι και η ηλικία δεν είναι κριτήριο των σχέσεων
τους.
Μιας
και οι έλληνες φημίζονταν για τούτη την νοοτροπία τους, λέγεται ότι όταν ο
Σόλων επισκέφθηκε την Αίγυπτο, ο Αιγύπτιος αρχιερέας του είπε «εσείς οι έλληνες
είστε πάντα νέοι».
Ας
δούμε τώρα αν από αυτή τη βάση, όπου το υποκείμενο θεωρεί το αντικείμενο ως
οντότητα, είναι δυνατό ο άνθρωπος να οδηγηθεί
στο Κάλλος. Ως οδηγό θα συνεχίσουμε να έχουμε το πλατωνικό δείγμα από το
«Θεαίτητος» και ας μην ξεχνάμε ότι εδώ διαλέγονται και συναναστρέφονται μεταξύ
τους ελεύθερα σκεπτόμενοι άνθρωποι. Κάποιοι είναι κάτοχοι της επιστήμης της
ελεύθερης σκέψης και κάποιοι δεν κατέχουν την επιστήμη της αλλά ο χαρακτήρας της σκέψης τους είναι
ίδιος γιαυτό και είναι δυνατός ο μεταξύ τους διάλογος.
Από
τον τρόπο με τον οποίο ο Θεόδωρος και οι μαθητές του εξετάζουν τους αριθμούς
γίνεται φανερό ότι αδιαφορούν για την πρακτική των αριθμών δηλαδή τη χρήση τους
σε πράξεις. Οι αριθμοί εξετάζονται σαν να είναι κάποιοι ‘ξένοι’ παράξενα
γοητευτικοί που κινούν την επιθυμία του ανθρώπου να τους γνωρίσει ώστε να τους
προσεταιριστεί, να γίνει φίλος τους.
Μαντεύει ότι αν καταφέρει να γίνει φίλος τους, θα μάθει για έναν ‘άλλο’
κόσμο, πιθανότατα εξαιρετικά ωραίο μιας και τα όντα του, οι αριθμοί, είναι όντα
αθάνατα και οι μεταξύ τους σχέσεις έχουν αρμονία και πλούτο. Όποιο όν φέρνει
τέτοια ‘νέα’ αξίζει την πλέον γενναιόδωρη φιλοξενία. Έτσι, τούτη η ομάδα μικρών
και μεγάλων ελεύθερα σκεπτόμενων ανθρώπων διόλου δεν ασχολείται πώς και πού να
χρησιμοποιήσει τους αριθμούς. Τους φιλοξενεί με ευγένεια και σεβασμό στην
οντότητά τους απολαμβάνοντας την συντροφιά τους.
Σύμφωνα
με αυτή την νοοτροπία, ο δάσκαλος δεν προτρέπει τους μαθητές «πρέπει να μάθετε
μαθηματικά γιατί θα σας χρειαστούν στη ζωή σας». Και δεν είναι μόνον ο Θεόδωρος
αυτής της νοοτροπίας, την ίδια έχει το σύνολο των ελεύθερα σκεπτόμενων ανθρώπων
της ελληνικής παιδείας. Απαγορεύεται με αυστηρότητα η μαθητεία των παιδιών στα
γράμματα και τους αριθμούς με σκοπό κάποιο όφελος πέρα από την ευφροσύνη που η
ίδια η συναναστροφή προσφέρει. Έχει μείνει ως ιστορικό συμβάν τι είπε ο μέγας
μαθηματικός Ευκλείδης όταν ένας μαθητής του τον ρώτησε « τι θα κερδίσω δάσκαλε,
μαθαίνοντας μαθηματικά;» Προς απάντησή του ο Ευκλείδης κάλεσε έναν δούλο και
του είπε «συνόδεψε το παιδί πίσω στην οικία του και δώσε του ένα νόμισμα για
αμοιβή».
Γιατί
όμως αυτή η παιδευτική νοοτροπία φαίνεται να περιφρονεί την χρήση των αριθμών;
Μήπως δεν γίνεται χρήση των μαθηματικών στις τόσο θαυμαστές κατασκευές των
ελλήνων;! Και βέβαια γίνεται διότι στη χρήση τους στηρίζονται η τέχνη και η
τεχνολογία. Δεν είναι λοιπόν περιφρόνηση αλλά κάποιος άλλος λόγος υπάρχει,
εξαιρετικά σημαντικός, που τα παιδιά γενικά δεν πρέπει να βλέπουν το γνωστικό
αντικείμενο σκοπεύοντας στη χρήση του. Ποιος άραγε είναι αυτός ο λόγος;
Παρατηρώντας
τον διάλογο των μαθητών του Θεόδωρου καθώς μελετούν τους αριθμούς, θαυμάζουμε
τον τρόπο με τον οποίο σκέπτονται για να στήσουν την πορεία της μελέτης τους
και συνάμα τον ωραίο τρόπο με τον οποίο συναναστρέφονται μεταξύ τους. Συζητούν
ήρεμα και ήμερα χωρίς καμμιά διάθεση ανταγωνισμού. Χάριν της φιλίας τους με
τους αριθμούς, χάριν του κοινού στόχου τους να γνωρίσουν τον κόσμο των φίλων
αριθμών και η μεταξύ των παιδιών σχέση γίνεται σχέση φίλων.
Ό,τι
συμβαίνει στη σχέση τους με τους αριθμούς συμβαίνει και στη μεταξύ τους σχέση.
Το ένα παιδί αναγνωρίζει το άλλο ως οντότητα, είναι όντα που διαφέρουν αλλά
είναι ίσα και φίλα. Διαλέγονται, το ένα παιδί ακούει φιλόξενα τη γνώμη του
άλλου. Πιθανόν ο φίλος του να έχει κάτι νέο να προσθέσει στην έρευνα των
αριθμών, δεν είναι βέβαιο, θα το εξετάσουν, αλλά η ελπίδα του καλού νέου
γεμίζει το παιδί με ευφροσύνη. Αδημονεί, ακούει τη γνώμη του φίλου του με χαρά,
τον αισθάνεται ευεργέτη. Και εκείνος σκέπτεται και καταθέτει γενναιόδωρα στο
‘κοινό’ των φίλων όσα γέννησε η σκέψη του, δεν κρατά τίποτε για ‘τον εαυτό του’.
Οι φίλοι του είναι οι ευ-νοούμενοί του, τους χαρίζεται ολόκληρος, μόνον έτσι
τον κρίνουν και τον δέχονται για φίλο. Όσο για την τύχη των όσων σκέφθηκε και
τους χάρισε δεν φοβάται. Θεωρεί ότι αφού όσα σκέφθηκε δεν είναι ατομική του
ιδιοκτησία, θα τύχουν σοβαρής εξέτασης από όλους μαζί και αν κριθούν ότι είναι
ορθά αυτόματα θα ανήκουν σε όλους. Τα των φίλων κοινά.
Είναι
φανερό ότι σε τούτη την συναναστροφή, η ασχήμια δεν έχει τόπο να πατήσει. Ο
δόλος, ο ανταγωνισμός, η ιδιοκτησία και όλα τα άσχημα τα οποία συνεπάγονται,
αποκλείονται από την περιοχή της Φιλίας. Προς χάριν του κοινού γνωστικού
αντικειμένου τα παιδιά γίνονται σύν-τροφοι, συν-αγωνιστές. Δεν αγωνίζονται
μεταξύ τους για να φανεί ποιος είναι ο πιο δυνατός, αγωνίζονται για χάρη
κάποιου ‘τρίτου’. Την δύναμη των αριθμών αγωνίζονται να αναδείξουν. Ο αριθμός,
αυτός ‘ο τρίτος’, ο ‘ξένος’, ο ‘γόης’, στέκεται συνεκτικά επάνω από τα κεφάλια
τους.
Στη
Φιλία όπως και στο γέννημά της, τον Έρωτα, οι σύντροφοι δεν κοιτούν άμεσα ο
ένας τον άλλον, κοιτούν προς ένα κοινό αντικείμενο. Χάρις στην αγάπη τους για
αυτό το αντικείμενο αγαπιούνται και μεταξύ τους. Είναι σαν τους γονείς που,
επειδή αγαπούν το παιδί τους, αγαπιούνται μεταξύ τους και μαζί αγωνίζονται να
του δώσουν δύναμη.
Κάθε
ωραίο δημιούργημα των ανθρώπων είναι αποτέλεσμα ενός αγώνα ‘υπέρ τρίτου’. Και
ένεκα αυτής της δημιουργίας οι άνθρωποι έχουν κάθε δικαίωμα να χαρακτηρίζονται
«ωραίοι άνθρωποι». Αν, για παράδειγμα, δυο άνθρωποι επιχειρούν να κτίσουν έναν
τοίχο και προς χάριν της ομορφιάς του τοίχου ξοδεύουν σκέψη, χρόνο, δύναμη,
συνεχώς συνδιαλεγόμενοι με λόγο και με έργο, δεν γίνεται να μην τους
θαυμάσουμε. Χάριν ενός τρίτου, του Ωραίου [τοίχου ή όποιου άλλου δύναται να
μετέχει στο Ωραίο], τούτοι οι άνθρωποι που εργάσθηκαν με ‘μεράκι’, είναι
αληθινά ωραίοι. Ωραίοι και φίλοι.
Και
οι μαθητές του Θεόδωρου είναι ωραίοι. Χάριν της φιλίας προς κάτι ‘τρίτο’, τον
κόσμο των αριθμών και ένεκα της μεταξύ τους φιλίας, τούτα τα παιδιά ήδη πατούν
στη περιοχή του Κάλλους. Χωρίς να το συνειδητοποιούν ακόμη, αισθητοποιούν το
κάλλος στο ήθος τους, την φιλία. Συν-ηθίζουν την φιλία. Ως παιδιά δεν έχουν τη
γνώση ώστε να αιτιολογήσουν το κάλλος αλλά το αισθητοποιούν και το βιώνουν στη
φιλία. Ό,τι είναι φίλο είναι ωραίο και όποιος είναι φίλος είναι ωραίος.
Όσοι λάβουν γνώση θα φθάσουν κάποτε να αιτιολογήσουν το κάλλος και τότε θα
έχουν συνείδηση του αντίστροφου, ό,τι είναι ωραίο είναι φίλο.
Ένεκα της φιλίας η ωραία φύσις του ανθρώπου, η
ουσία του, αυτή που τον ωθεί να επιθυμεί και να αγαπά τα όντα όχι τα πράγματα,
τού γίνεται συνήθεια, τρόπος βίου, βίωμα. Και όταν κάτι γίνεται βίωμα,
συνήθεια, δύσκολα αλλάζει, ‘έξις δευτέρα φύσις’. Η φιλία λοιπόν, ως ωραία
συνήθεια πακτώνει, ενδυναμώνει, σταθεροποιεί τη σχέση του ανθρώπου με την ουσία
του, επομένως και με όλη τη περιοχή του κάλλους όπου, όπως είπαμε, η ουσία
εδρεύει. Ως αποτέλεσμα, τούτη η περιοχή δεν κινδυνεύει πλέον να καταπατηθεί από
την ανάγκη.
Έτσι
και οι μαθητές του Θεόδωρου συνηθίζοντας στη φιλία, αποκτούν μόνιμη σχέση με
την ουσία χωρίς να κατέχουν γνώση της ουσίας, και πάλι έχοντας τη συνήθεια της
φιλίας, χωρίς να το συνειδητοποιούν σώζουν την ουσία. Έπειτα, επειδή ό,τι είναι
φίλο είναι ωραίο, εύκολα ξεχωρίζουν το
ωραίο από το άσχημο. Απλά, ό,τι δεν είναι φίλο είναι άσχημο. Αν κάποιος
εισβάλει στον διάλογό τους με διάθεση εριστική, ανταγωνιστική, ο τρόπος του θα
φανεί στα παιδιά άσχημος διότι δεν είναι τρόπος φίλου, και δεν θα τον δεχθούν.
Αν πάλι τους πει ότι όσα σκέπτονται είναι άχρηστα, ότι τους αριθμούς τους
μαθαίνουμε όχι επειδή μας αρέσουν αλλά από ανάγκη επειδή μας εξυπηρετούν στους
λογαριασμούς και σε συναφή πράγματα, τα λόγια του θα τους φανούν παράξενα μιας
και έχουν συνηθίσει να μαθαίνουν με χαρά, από φιλία για τους αριθμούς και
διόλου δεν τους αρέσει ο εξαναγκασμός, είναι άσχημος διότι αποκλείει τη φιλία.
Οι μαθητές τού Θεόδωρου δεν θα παραδοθούν στον εισβολέα αμαχητί. Ο διάλογος
τούς έχει συνηθίσει να αγωνίζονται. Είναι γενναία παιδιά.
Αν
η φιλία αφενός εισάγει στη περιοχή του Κάλλους αφετέρου την σώζει, σημαίνει ότι
το Ήθος, η ωραία συνήθεια, είναι ο προμαχώνας της γνώσης. Κτίζεται πριν την
Γνώση αλλά με τα ίδια υλικά, κτίζεται για να την προστατέψει.
Τα
μαθηματικά είναι γνωστικό υλικό, αλλά με αυτό το υλικό ο Θεόδωρος κτίζει γνώση
μέσα στους μαθητές; Ή άλλο είναι το πρωτεύον μέλημά του;
Αλλά
είναι φανερό. Με την ύλη των μαθηματικών, ο ωραίος αυτός δάσκαλος κάνει μάθημα
φιλίας, συνήθειας στο ωραίο, δηλαδή μάθημα Ήθους, Αισθητικής. Και το πετυχαίνει
ασκώντας τα παιδιά στο όργανο του Διαλόγου. Για την παιδεία του Ήθους ένας και
μόνον τρόπος ταιριάζει, ο διάλογος. Τα παιδιά κτίζουν τον προμαχώνα της γνώσης
με γερά υλικά και με τον αρμό-ζοντα τρόπο, το όργανο του διαλόγου.
Η
πρόθεση του Θεόδωρου γίνεται καταφανής όταν ομιλεί στον Σωκράτη για τον άριστο
μαθητή, τον Θεαίτητο. Δεν επαινεί τόσο την νοητική ευφυΐα του νεαρού όσο το
ήθος του. Και ο Σωκράτης πάλι, μετά από
διάλογο με τον κατά την όψιν άσχημο Θεαίτητο, αναγνωρίζοντας αυτό το ήθος τον
θαυμάζει, γοητεύεται από τον νεαρό και παραδέχεται «…είσαι αληθινά ωραίος Θεαίτητε».
Είναι ωραίος άρα φίλος.
Ο
Θεόδωρος και ο Σωκράτης έχουν εμπιστοσύνη στο νεαρό. Έχει ήθος. Άρα ποτέ δεν
θα κάνει άσχημη χρήση της γνώσης που θα αποκτήσει.
Τούτος
είναι ο φόβος των αληθινών δασκάλων, μήπως από έλλειψη ήθους οι άσχημες
συνήθειες του χώρου της ανάγκης με δόλο αρπάξουν τη γνώση και την
χρησιμοποιήσουν σε άσχημα έργα. Τούτο οργίζει κάθε ελεύθερα σκεπτόμενο άνθρωπο.
Γίνεται
τώρα κατανοητό γιατί οι δάσκαλοι της ελεύθερης σκέψης δεν θέλουν τα παιδιά να
έχουν ως στόχο το πού θα χρησιμοποιήσουν το γνωστικό αντικείμενο και τη γνώση
που αυτό αποφέρει. Μόνον αφού κτίσει το ήθος του ο άνθρωπος επιτρέπεται να
αποφασίζει πώς, πότε, πού θα κάνει χρήση της γνώσης. Επειδή τιμά τα όρια της
Αισθητικής, θέτει το πράττειν του εντός αυτών των ορίων. Έτσι ποτέ δεν θα
καταπιαστεί, κάνοντας χρήση της γνώσης, με άσχημα έργα, άνομα κέρδη και οφέλη,
ευτελείς σχέσεις και πράξεις. Και το σπουδαιότερο, πάντα θα θυμάται και θα
αγαπά να σκέπτεται ότι τον φίλο τον έχουμε για την χαρά της συναναστροφής μαζί
του, όχι για να μας εξυπηρετεί. Μας είναι χρήσιμος, αλλά όποτε τον
χρησιμοποιούμε θα πρέπει να είμαστε εξαιρετικά προσεκτικοί ώστε να μην
καταπατούμε τα όρια της οντότητάς του.
Έτσι
και τα γράμματα και τα μαθηματικά είναι πρώτα φίλοι μας, και έπειτα χρήσιμα.
Κι’ αν η ανάγκη μάς κάνει να τα χρησιμοποιούμε στη ‘μπακαλική’ τής ζωής, σαν
δούλους, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η αληθινή χρησιμότητά τους βρίσκεται στη
δύναμή τους να μας κάνουν μέτοχους στο Κάλλος και να μας συνδράμουν στην εκεί
Δημιουργία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου