Κυριακή 3 Δεκεμβρίου 2017

ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΗ ΓΝΩΣΗ

                                        ΟΙ ΔΡΟΜΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΘΑΡΗ ΓΝΩΣΗ


Οι δρόμοι για την καθαρή γνώση είναι δυο ο ένας είναι αυτός της  αποκάλυψης και ο άλλος της επιστήμης. Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει.
Ο πρώτος δρόμος της αποκάλυψης συνήθως δημιουργεί θρησκείες, είναι περισσότερο υποκειμενικός δρόμος, η αλήθεια  μπορεί να αποκαλυφθεί σε έναν, η σε περισσότερους ανθρώπους, αλλά δεν παύει πάντα να ανήκει στον χώρο του υποκειμενισμού.
Η αποκάλυψη τώρα, από την άλλη μεριά, είναι το τέρμα της επιστήμης και της φιλοσοφίας, είναι αν θέλετε η κορωνίς, το βραβείο, το επιστέγασμα, το μέγιστο δώρο του ανθρώπου που ψάχνει τον εαυτό του και τους άλλους και επιτυγχάνεται με γνώση και μόνο γνώση.
Το τέλος αυτής της γνώσεως μετ’ επιστήμης βέβαια πάντα, δίνει σαν βραβείο αποκαλυπτικά την γνώση της απόλυτης αλήθειας  και αυτό όπως λέει ο Πλάτων έρχεται εξ’αίφνεις, όταν έχεις περάσει όλους τους αναβαθμούς, τότε και μόνο τότε σου αποκαλύπτεται το απόλυτο κάλλος όπως λέει στο συμπόσιο ή η οντολογική αλήθεια το αγαθόν όπως λέει στην πολιτεία.
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο δρόμος της αποκάλυψης εμπεριέχει μέσα του στον υψηλότερο βαθμό του, το τέλος του δρόμου της επιστήμης.
Για τον Πλάτωνα δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά μόνο η φιλοσοφία μετ’επιστήμης για να οδηγηθεί ο άνθρωπος στην εξ’αίφνης αποκάλυψη που αποτελεί για αυτόν το μέγιστο μάθημα τη μέγιστη γνώση.
Γιαυτό ο Πλάτων μη όντας  προικισμένος να του αποκαλύπτεται η αλήθεια χωρίς κόπο, αλλά με πολύ δουλειά επάνω στον εαυτό του και στους άλλους, μας λέει ότι για τον άνθρωπο, με την δυνατότητα που έχει η σκέψη του, μόνο αυτός είναι ο δρόμος για την γνώση της αλήθειας.
Ας δούμε τώρα τον άλλο δρόμο αυτόν της επιστήμης και πώς η πλατωνική φιλοσοφία εντάσσεται σ’αυτόν.
Ο δρόμος λοιπόν της επιστήμης επεξεργάζεται τα εκάστοτε προβλήματα  στο τραπέζι της, με απόδειξη, ενίοτε στον αισθητό και ενίοτε στον νοητό κόσμο.
Οι φυσικοί εξετάζουν τα όντα τους που ανήκουν στον αισθητό κόσμο και προσπαθούν να φτάσουν στο μικρότερο κομμάτι της ύλης δηλαδή στην αρχή του κάθε εξεταζόμενου φυσικού πράγματος. Οι μαθηματικοί προσπαθούν και αυτοί εξετάζοντας του αριθμούς σαν όντα να φτάσουν και αυτοί σε κάποια αρχή με μαθηματική σκέψη και με μαθηματικά εργαλεία όπως είναι η έννοιες του μεγαλύτερου του  μικρότερου και του ίσου η αποδεικτική διαδικασία και λοιπά, οι μαθηματικοί πάντα προσπαθούν να καταλήξουν σε ένα αποτέλεσμα, σε ένα συμπέρασμα που το ονομάζουν θεώρημα και αυτό ως περιέχον την αναλλοίωτον αποτελεί βάση για την επόμενη απόδειξη μέχρις ότου φτάσουν σε μια γενική εξίσωση των πάντων που να δίνει αληθές αποτέλεσμα για όλα τα μαθηματικά, και γενικά για όλα τα όντα. Τότε ο άνθρωπος θα έχει ανακαλύψει την μηχανή της αλήθειας και για κάθε πρόβλημα του θα έχει αληθή απάντηση και λύση.
Οι φιλόσοφοι τώρα στο δρόμο αυτό της επιστήμης χρησιμοποιώντας τα εργαλεία των μαθηματικών μια και αυτά εμπεριέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό αληθείας,  προσπαθούν να φτάσουν και αυτοί στην αρχή του όντος, στη μέγιστη αλήθεια. Η φιλοσοφία τείνει να φτάσει στην αρχή του όντως οντος, αυτό είναι το αντικείμενο της, όπως στους χημικούς αντικείμενο τους είναι τα στοιχεία της φύσεως. Αν δεχθούμε αυτή την παραδοχή μπορούμε να πούμε ότι η φιλοσοφία σε γενικές αρχές είναι επιστήμη έχουσα απόδειξη, αλλά όχι απόδειξη του αισθητού κόσμου, η απόδειξη της ανήκει στο νοητό κόσμο, ο οποίος είναι εξίσου πραγματικός όπως είναι και ο αισθητός.
Η δικαιοσύνη η ανδρεία, η σωφροσύνη, η σοφία, η οσιότητα, είναι όντα υπαρκτά και θέλουν και αυτά την επεξεργασία τους στο τραπέζι του φιλοσόφου, θέλουν και αυτά τον δικό τους κόσμο. Με αυτά ασχολείται η φιλοσοφία με τελικό προορισμό τον Υπερβάτη άνθρωπο, αυτόν  δηλαδή που έχοντας απαλλαγεί από όλες τις αντινομίες της φύσεως του, θα ζήσει κάποτε σε ένα άλλο κόσμο καθαρό, ένα κόσμο υπερβατικό, που θα έχει ξεπεράσει όλες τις αντινομίες ακόμα και την μεγαλύτερη από αυτές τον θάνατο και αυτό είναι δουλειά του φιλοσόφου.
Οι δυο αυτοί δρόμοι έχουν και γεωγραφική κατανομή η ανατολή (Ινδία Κίνα ) ακολουθούν την εσωτεχνική στροφή δηλαδή στροφή προς τα μέσα με τα διάφορα θεοσοφικά συστήματα ορίζουν το Θεό ως αυθεντική ύπαρξη ως τελειωμένο ον και ο κόσμος τείνει με τη κατάλληλη πίστη τελετουργίες ή θρησκευτικές τελετές να ενωθεί μαζί του. Ο άνθρωπος λοιπόν της ανατολής πάει αυτός να ενωθεί με το Θεό. Οι κινέζοι δεν έχουν αφηρημένη σκέψη περνάνε κατευθείαν στην ενόραση.
Από την άλλη μεριά τώρα στη δύση ( Ευρώπη Ελλάδα) το σύστημα σε αντίθεση με την ανατολή είναι εξωτεχνικό η δύση φτιάχνει αυτή το Θεό της δεν πάει ο άνθρωπος στον Θεό αλλα ο τελευταίος κατασκευάζει το Θεό του γιαυτο είπαμε ποιο πάνω ότι ο Θεός των Ελλήνων είναι υπό κατασκευή δεν είναι τελειωμένος. Η απορία του Αριστοτέλη (τί το ον το αεί ζητούμενον και αεί απορούμενον ) δεν είναι απορία για την ανατολή.
Από αυτές τις πραγματικότητες φαίνεται ότι οι έννοιες που είπαμε δικαιοσύνη σωφροσύνη κ.λ.π άλλο χαρακτήρα έχουν στην ανατολή και άλλο στη δύση. Στην ανατολή η δικαιοσύνη του γκουρού έχει ηθικό χαρακτήρα αυτή δουλεύει στο άτομο όχι στις δομές ενώ στην δύση η δικαιοσύνη επιδρά στις δομές επιδρά στα κέντρα των αποφάσεων είναι ον πολιτικό.
Η Ελληνική σκέψη η πλατωνική ελεύθερη σκέψη δεν δημιούργησε θεούς ατομικούς θεούς εξ’αποκαλύψεως ο φωτισμένος στη αλληγορία της σπηλιάς του Πλάτωνα αυτός που είδε το φως ο φιλόσοφος δηλαδή που με πολλές προσπάθειες βγήκε από το σπήλαιο και γνώρισε και είδε το φως της φιλοσοφίας πρέπει να ξανακατέβει στο σκοτεινό σπήλαιο και να προσπαθήσει να ελευθερώσει και άλλους να δουν το φως και άλλοι αυτή είναι η καθ’αυτού ηδονή του φιλοσόφου να μεταδώσει τη γνώση σε πολλούς, αν τώρα οι πολλοί τον σκοτώσουν όπως τον Σωκράτη είναι θέμα των πολλών όχι του φιλόσοφου γιατί όπως λεει στην απολογία του στους δικαστές μπορείτε να με σκοτώσετε αλλα κακό δεν μπορείτε να μου κάνετε. Η δομική θέση του Πλάτωνα είναι ότι ατομική σωτηρία δεν υπάρχει ή θα σωθεί όλη η πολιτεία ή τίποτα το να σωθεί μια τάξη έστω αυτή των φιλοσόφων δεν ωφελεί τίποτα την ανθρωπότητα, γιαυτό και η θέση του είναι ενάντια στους αναχωρητές. Αν λεει δεν επιστρέψει ο φιλόσοφος στο σπήλαιο δεν έχει κανένα λόγο να βγει απ’ αυτό.
Η σοφιστική τώρα σαν κακό παραβλάστημα της φιλοσοφίας που είναι μπερδεύει  επίτηδες αυτά τα δυο και ανάλογα χρησιμοποιεί την δικαιοσύνη είτε στην ηθική της μορφή είτε στην δομική της ανάλογα που την συμφέρει και ετσι μπερδεύει την λογική και αποπροσανατολίζει την όποια συζήτηση.
Ο θαυμασμός και ο ελεύθερος χρόνος είναι η απαρχή της ελεύθερης σκέψης. Η δύση ετσι όρισε την φιλοσοφία και γενικά την ελεύθερη σκέψη.
Η δύση με αυτό τον θαυμασμό όρισε το εξαίφνης που είπαμε και δεν περίμενε πότε θα του έρθει εκ’ Θεού αλλα το δόμησε και το ζήτησε οπότε αυτός ήθελε γιατί μπόρεσε να απαντήσει στο γιατί των πραγμάτων μπόρεσε να δικαιολογήσει γιατί π.χ τρέπεται το ε σε η σε ορισμένες λέξεις και ετσι προχώρησε στην αρχή των πραγμάτων αιτίασε το αίτιον του.
Οι αιώνιες ερωτήσεις τι, που, πότε, πώς, είναι οι βάσεις της φυσικής επιστήμης η βάση της φιλοσοφίας είναι το γιατί των πραγμάτων και η απόδειξη η διαλεκτική σε αυτό το γιατί απαντά.
Ο φιλόσοφος πρέπει να δώσει οδόν στην ανθρωπότητα για την κατασκευή αυτού του κόσμου, ο θεός του φιλοσόφου είναι ακόμα υπό κατασκευή.
Ας δούμε τώρα τι γίνεται με τις τέχνες και που αυτές ανήκουν.
Η ποίηση παράδειγμα ανήκει και στους δυο δρόμους, υπάρχει η ποίηση εξ’αποκαλήψεως και αυτή μετ’ επιστήμης. Η ερώτηση είναι πώς σε αυτούς που δηλώνουν ότι γράφουν τα ποιήματα τους αποκαλυπτικά, η έμπνευση έρχεται μόνο σε αυτούς και όχι σε όλους.
Η γνώμη μου είναι ότι ο ποιητής έχει προηγουμένως γνώση του ποιήματος του και έχει πολύ δουλέψει γιαυτο, τότε και μόνο τότε του έρχεται εξ’αίφνης η έμπνευση, τίποτα δεν είναι τυχαίο, εκτός αν ο ποιητής είναι από τι φύση του ενορατικός, πράγμα πολύ σπάνιο.
Ο ποιητής λοιπόν πρέπει να διαβάσει πολλά, για να γράψει ένα, πρέπει να καθίσει στον δρόμο της επιστήμης αρκετά και τότε και μόνο τότε η επιστήμη εξ’αίφνης πάντα, του αποκαλύπτει τα δώρα της, που πλέον ανήκουν στο κόσμο της αποκάλυψης, αλλά που δουλεύτηκαν στο δρόμο της επιστήμης όπως είπαμε. Αυτό συμβαίνει στις περισσότερες τέχνες, όλες οι εμπνεύσεις είναι αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς στο δρόμο της επιστήμης. Αυτές οι κατηγορίες ποτέ δεν δημιουργούν θρησκείες γιατί όλα είναι αποδείξιμα δεν υπάρχει το μεταφυσικό μέσα τους έστω και αν η αποκάλυψη εμπεριέχει κάτι το μεταφυσικό.
Η μεταφυσική ανήκει στη τέχνη της φαντασίας μια τέχνη που ποτέ δεν ασχολήθηκαν οι Έλληνες. Οι τελευταίοι ήταν αυτοί που άνοιξαν και έδωσαν καινούργιους κόσμους στη σκέψη και γενικά στη διαλεκτική, όπως τον απειρικό και πάνω από όλα τον υποθετικό κόσμο. Αυτούς τους κόσμους ανοίγοντας τους οι Έλληνες μπόρεσαν να δομήσουν τα μαθηματικά, που πάντα ξεκινούν από αξιώματα, δηλαδή υποθέσεις, για να καταλήξουν στο θεώρημα, που είναι πια στερεή αποδεδειγμένη βάση - θεμέλιο για επιπλέον αποδείξεις. Ο κόσμος όμως ο φανταστικός ποτέ δεν απασχόλησε τους Έλληνες, ποτέ δεν ασχολήθηκαν φιλοσοφικά με νεράιδες, στοιχειά και όνειρα γιατί όλα αυτά είναι στον κόσμο της φαντασίας και οι Έλληνες τον απέφευγαν πάντα.      Φ.Φ